Abstract:
Προερχόμενη από την Κέρκυρα, η οικογένεια Καγγελάρη εγκαθίσταται στις αρχές του 16ου αιώνα στο Βαρύ της Ερίσσου, στην Κεφαλονιά. Κατοικία διαθέτει (από το 1568) και στο Κάστρο του Αγίου Γεωργίου ή το Προάστειό του, ενώ μέλη της διαβιούν και σε άλλα χωριά της Ερίσσου (Πύργο, Πλαγιά, Βασιλικάδες, Κάστρο και Στρέτο της Άσσου, Κοθριά κ.α.), χωρίς όμως εκεί άρρενες απογόνους. Θα αναπτύξει την κοινωνική και οικονομική της δραστηριότητα τους επόμενους τρεις αιώνες στο Βαρύ, όπου κλάδοι της διαβιούν μέχρι σήμερα (με άλλο πλέον επώνυμο). Στα μέσα του 17ου-18ου αιώνα, μέλη της εγκαθίστανται στη Σάμη και τα γειτονικά Αλευράτα, Γριζάτα και Ζερβάτα, στο Ληξούρι και τα Μαντζαβινάτα, καθώς και στο Αργοστόλι. Αργότερα θα μεταναστεύσουν στη Λευκάδα (Χώρα της Άγια Μαύρας ή Αμαξική και κυρίως στον Άγιο Πέτρο), όπου διαβιούν μέχρι σήμερα, αλλά και στην Πρέβεζα και την Άρτα. Την ίδια περίοδο εμφανίζεται το φαινόμενο της εξέλιξης και αλλαγής των επωνύμων στην Κεφαλονιά. Από τους κλάδους που δημιουργούνται στην οικογένεια Καγγελάρη ορισμένοι υπάρχουν μέχρι σήμερα στο Βαρύ (μαζί με άλλους που εκπήγασαν αργότερα από αυτούς), άλλοι, αφού μετανάστευσαν, απέβαλαν από νωρίς το προσεπώνυμο και επανήλθαν στο αρχικό τους επώνυμο και, τέλος, άλλοι εξέλειπαν. Οικογένεια ικανών πολεμιστών και ιερωμένων στο ξεκίνημά τους, οι Καγγελάρη θα διακριθούν τον 16ο αιώνα στην άμυνα του νησιού. Στην υπηρεσία της Γαληνότατης, θα αντιμετωπίσουν με επιτυχία εχθρικές και πειρατικές επιδρομές, θα ασχοληθούν με την κατασκόπευση των κινήσεων των οθωμανικών δυνάμεων στη Στερεά Ελλάδα και θα έχουν τη στρατιωτική διοίκηση της περιοχής της Ερίσσου μέχρι την ανέγερση του φρουρίου της Άσσου (1593). Μοιραία, δεν θα αποφύγουν την ατυχία της σκλαβιάς (από πειρατική επιδρομή ή στρατιωτική αναμέτρηση), ιδιαίτερα κατά τον πόλεμο της Κρήτης (1645-1669). Μέλη της θα μετάσχουν (1561) στην πολυμελέστερη πρεσβεία του νησιού προς τη Βενετία. Το γεγονός αυτό πιθανολογεί τη συμμετοχή της οικογένειας στο Συμβούλιο της Κοινότητας της Κεφαλονιάς και πριν το 1593. Από το 1652, πάντως, μετέχει στις εργασίες του συνεχώς. Άλλο σημαντικό δημόσιο αξίωμα, στο οποίο θα διορισθεί σειρά μελών της, ήταν και εκείνο των νοτάριων. Έχουν διασωθεί τα πρωτόκολλα μόνο τεσσάρων από αυτούς, μεταξύ των οποίων, όμως, είναι και του τρίτου αρχαιότερου γνωστού νοτάριου του νησιού. Έχει να παρουσιάσει, ακόμη, και σειρά προεστών, δασκάλων, γιατρών, κοντόσταυλων κ.λπ. καθόλη την περίοδο της βενετικής διοίκησης, κατά την οποία βασική ενασχόληση των κατοίκων είναι η καλλιέργεια της γης. Η οικογένεια Καγγελάρη φροντίζει για την εκμετάλλευση της κτηματικής της περιουσίας (που την εποχή αυτή παράγει δημητριακά, σταφίδα, ελιές, κρασί κ.ά.), ενώ παράλληλα ασχολείται με την κτηνοτροφία και τη ναυτιλία. Από τα μέσα του 19ου αιώνα μέλη της οικογένειας εγκαθίστανται μόνιμα στην Αθήνα, την Ανδραβίδα, την Πάτρα και άλλα μέρη του ελλαδικού χώρου, στην Κωνσταντινούπολη, στην αντικρυνή της Κίο και τα Πριγκηπόννησα της τότε Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στη Βραΐλα της Ρουμανίας, το Κερτς της Κριμαίας, καθώς και στο Σουέζ και την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Στον 20ό αιώνα αναζητούν τύχη στην Αφρική (Ασμάρα της Ερυθραίας, Βελγικό Κογκό, Μπουρούντι κ.α.), τα Ιεροσόλυμα και την Κύπρο, καθώς επίσης και στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και την Αυστραλία, όπου θα προοδεύσουν κυρίως στο εμπόριο, τη ναυτιλία, τις μεταφορές, τα γράμματα, τις τέχνες και τις επιστήμες. Πάντα πρόθυμοι να προσφέρουν και τη ζωή τους σε κάθε κάλεσμα της Πατρίδας, υπήρξαν και παραμένουν αθεράπευτα προσηλωμένοι στην ελεύθερη και προοδευτική σκέψη για το καλό της οικογένειας και του κοινωνικού συνόλου.