Abstract:
Η τυπογραφία έχει χαρακτηριστεί ως επανάσταση λόγω των ριζικών αλλαγών που επέφερε. Συνετέλεσε όχι μόνο στην διάδοση της γνώσης και στην πρόοδο των επιστημών, αλλά κυρίως στην διεύρυνση των οριζόντων του ανθρώπου και στην μεταβολή της αντίληψής του, τόσο για τον ίδιο, όσο και για τον κόσμο γύρω του. Σε περιγραφές της τυπογραφικής τέχνης και δραστηριότητας κατά τον 16° αιώνα και αργότερα προηγείται πάντοτε ένα εγκώμιο της τυπογραφίας. Ο Leonardo Fioravanti την χαρακτηρίζει ευλογημένη (benedetta), ένδοξη (gloriosa) και αιτία για να αφυπνιστεί ο κόσμος, ο οποίος κοιμόταν μέσα στην άγνοια (causa di risvegliare il mondo; il quale era addormentato nella ignorantia), ενώ o Orlandi, δύο αιώνες αργότερα, γράφει: το 1457 ήταν το ευτυχές έτος αυτής της ενδοξότατης γέννας, η οποία σε όλο τον γραμματιζούμενο κόσμο προκάλεσε τόσο τον θαυμασμό όσο και την ικανοποίηση (L'anno solamente 1457 fu l'anno fortunato di questo gloriosissimo parto, che a tutto il mondo letterario arrecò non meno stupore, che estremo contento). Τα λόγια αυτά - όπως θα δούμε παρακάτω - εκφράζουν τον άκρατο θαυμασμό, την ικανοποίηση, τον ενθουσιασμό και την ευγνωμοσύνη των ανθρώπων των γραμμάτων για την τέχνη, την οποία αποκαλούν ως την πλέον ευεργετική, ωραία και χρήσιμη. Η τυπογραφία στάθηκε πράγματι το μέσο, ο κινητήριος μοχλός για την μόρφωση του ανθρώπου, για την πρόοδο και για την ταχύτερη και εγκυρότερη πληροφόρηση και ενημέρωση. Άλλωστε, η ανακάλυψη της τυπογραφίας γίνεται στην Αναγέννηση, σε μία περίοδο γενικότερης αφύπνισης και επιθυμίας για μόρφωση. Η κλασική αρχαιότητα αποτελούσε για τον αναγεννησιακό λόγιο κάτι οικείο, ζωντανό και άμεσο που μπορούσε να συνδράμει την προσπάθειά του για την κατάκτηση της γνώσης, να διευκολύνει την επιστήμη και τις τέχνες, να συμβάλει στην πρόοδο και να ανοίξει νέους ορίζοντες στον άνθρωπο. Η ξυλογραφία από την έκδοση της Ιλιάδας του Νικολάου Λουκάνη, da Sabbio, Βενετία 1526, δηλώνει με γλαφυρότητα την σύνδεση ανάμεσα στις δύο εποχές και την οικειότητα που οι λόγιοι ένοιωθαν για την κλασική αρχαιότητα (εικ. 2). Στην παράσταση αυτή γεφυρώνονται δύο διαφορετικές εποχές και συμπυκνώνεται το νόημα του ουμανισμού. Ο Όμηρος υπαγορεύει τις ραψωδίες του σε δύο λόγιους της Αναγέννησης, οι οποίοι ενδεδυμένοι κατά τον τυπικό τρόπο της εποχής τους γράφουν.
Description:
382, XVI, 214 σ., εικ.
Ανθρωπιστικές Επιστήμες και Τέχνες, Ιστορία και Αρχαιολογία