Abstract:
Η παρούσα διατριβή έχει ως στόχο τη διερεύνηση της σχέσης των γυναικών με τον θάνατο στον αρχαίο κόσμο με βασική πηγή ελληνικά επιτύμβια επιγράμματα που μνημονεύουν γυναίκες. Για τον σκοπό αυτό συγκεντρώθηκαν και μελετήθηκαν οχτακόσια εξήντα επιγράμματα που προέρχονται από τις συλλογές του W. Peek Griechische Vers-inschriften (1955) και Griechische Grabgedichte (1962), των R. Merkelbach και J. Stauber Steinepigramme aus dem griechischen Osten (1998-2005) και τις ετήσιες εκδόσεις του Supplementun Epigraphicum Grαecum (1962 και εξής). Τα επιγράμματα αυτά, αν και καλύπτουν διάστημα δώδεκα περίπου αιώνων (6ος αι. π.Χ. – 6ος αι. μ.Χ.) και αφορούν την περιοχή ολόκληρης της Μεσογείου, ανήκουν ως επί το πλείστον στη ρωμαϊκή και κυρίως την αυτοκρατορική περίοδο και προέρχονται από το ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας. Παράλληλα με τα επιγράμματα μελετήθηκαν αρχαίες ιατρικές, φιλολογικές και, όπου απαιτήθηκε, αρχαιολογικές μαρτυρίες. Το θέμα προσεγγίζεται σε τρία επίπεδα που συμπλέκονται: το δημογραφικό επίπεδο, όπου καταγράφεται ο θάνατος ως βιολογικό γεγονός, το επίπεδο των επιτάφιων πρακτικών και εθίμων που συνοδεύουν τον νεκρό από την επιθανάτια κλίνη ως το κοιμητήριο και το επίπεδο του λόγου που εκφέρει ένας πολιτισμός για τον θάνατο. Εξετάζονται θέματα όπως: η ηλικία και η αιτία θανάτου των γυναικών που μνημονεύονται, ο πρόωρος θάνατος κοριτσιών, ο θάνατος κατά τον τοκετό, οι περιπτώσεις μακροβιότητας και οι παραστάσεις «ωραίου θανάτου» που αποτυπώνονται σε αυτές, ο ρόλος των γυναικών στις επιτάφιες τελετουργίες, η ενεργός συμμετοχή τους στη συγκρότηση της ταυτότητας του φύλου μέσω αυτών, η αναπαράσταση των επιτάφιων πρακτικών στα επιγράμματα, οι οικογενειακές σχέσεις, οι στρατηγικές που αναπτύσσονται για την παραμυθία των οικείων. Η μελέτη των παραπάνω θεμάτων καταδεικνύει ότι στα επιτύμβια επιγράμματα ο θάνατος των γυναικών – των ευυπόληπτων αστών για τις οποίες γίνεται κυρίως λόγος - βιώνεται ως απώλεια που απειλεί τη συνέχεια του οίκου και της πόλης, ιδιαίτερα στην περίπτωση ενός αιφνίδιου και πρόωρου θανάτου που ματαιώνει βλέψεις και προσδοκίες, όπως είναι ο θάνατος στην επιλόχεια κλίνη ή ο θάνατος της μελλόνυμφης παρθένου. Στα επιγράμματα οι γυναίκες συνδέονται με τη φύση, το ιερό, την ανάγκη• ταυτίζονται κυρίως με ό τι θεωρήθηκε παραδοσιακά ως βιολογικό πεπρωμένο και σκοπός της ύπαρξής τους, με την αναπαραγωγική τους, δηλαδή, λειτουργία. Η παρουσία τους στον επιτάφιο λόγο αντανακλά τον τρόπο με τον οποίο ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός νοηματοδοτεί και αποτιμά αυτές ακριβώς τις λειτουργίες και μαρτυρεί τις αλλαγές που σημειώνονται στον χρόνο όσον αφορά τις κοινωνικές και ατομικές προτεραιότητες και ευαισθησίες. Υποστηρίζεται πως κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους οι δραστηριότητες και οι λειτουργίες που κατά παράδοση αποδίδονται στο γυναικείο φύλο επαναξιολογούνται και επαναπροσδιορίζονται, καθώς από τον οριοθετημένο ιδιωτικό χώρο εξέρχονται στο φως του δημοσίου και αποκτούν δημόσια σημασία. Παρατηρούμε πως τα επιτύμβια επιγράμματα κατά την αυτοκρατορική περίοδο απηχούν αφενός μια ιδιαίτερη προσήλωση των γονέων στο μικρό κορίτσι και αφετέρου μια θετική επαναξιολόγηση του γαμήλιου δεσμού, ο οποίος εμφανίζεται πιο προσωπικός, περισσότερο ιδιωτικός, πλουσιότερος σε συγκινησιακές αποχρώσεις και αισθήματα. Τα επιτύμβια επιγράμματα μαρτυρούν την αναβάθμιση της κοινωνικής θέσης των γυναικών την ίδια εποχή, αναβάθμιση που υπήρξε κυρίως το αποτέλεσμα της στροφής του ατόμου σε νέα πεδία αυτοπροσδιορισμού και υποκειμενοποίησης.