Abstract:
Θέμα της παρούσας διατριβής είναι «Ο σχεδιασμός των χερσαίων και θαλάσσιων δικτύων μεταφορών στο ελληνικό κράτος κατά την περίοδο 1830-1930», ενώ μέσω αυτής επιχειρείται να απαντηθεί εκτός των άλλων, το βασικό ερώτημα:-εάν και κατά πόσον υπήρξε μία «πολιτική μεταφορών» και σε ποιες βάσεις στηρίχτηκε ο συνακόλουθος αυτής σχεδιασμός και εάν και σε ποιο βαθμό κατέστη τελικά υλοποιήσιμος, στην ελληνική συγκυρία του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα.Αναλυτικότερα: Το πρώτο κεφάλαιο διερευνά τη διακίνηση στο χώρο της Μεσογείου έως και το 18ο αιώνα. Καταγράφει με τη δυνατή περιεκτικότητα τις φυσικές σταθερές και τις ιστορικο-πολιτικές εξελίξεις μεγάλης κλίμακας. Διαπιστώνει την «μεσογειακή ενότητα» υπό το πρίσμα ενός χώρου και κόσμου που βρίσκεται σε διαρκή (μετα)κίνηση, ακόμη και όταν το φαινόμενο αυτό υποχωρεί αισθητά και έως ότου επανακάμψει και περιγράφει τις κατευθύνσεις των μετακινήσεων και τα χρησιμοποιούμενα προς τούτο, μέσα. Επικεντρώνει στο υπό Οθωμανική κυριαρχία χώρο και ανιχνεύει στις εμπορικές και ναυτιλιακές δραστηριότητες, τις ελληνικές ρότες του 18ου αιώνα.Το δεύτερο κεφάλαιο καταπιάνεται με τον ελλαδικό χώρο, και αναλύει τα φυσικά χαρακτηριστικά, τη μορφολογία του χώρου και τις προσπάθειες διοικητικής συγκρότησης και (ανα)δημιουργίας οικονομικής ζωής κατά τις πρώτες δεκαετίες μετά την απελευθέρωση και ειδικότερα κατά την πρώτη περίοδο συγκρότησης του κράτους (1830-1870). Αναφέρεται επίσης στις αλλαγές και ανακατατάξεις που συμβαίνουν στις αστικές ιεραρχήσεις, καθώς και στις μορφές και τα πρώιμα δίκτυα της διακίνησης, ενώ παράλληλα διερευνά τις πρώτες προσπάθειες σχεδιασμού μεταφορικών οντοτήτων και την κατάληξή τους.Το τρίτο κεφάλαιο βρίσκεται αντιμέτωπο με δύο μείζονες εξελίξεις του 19ου αιώνα: η περιοχή της Μεσογείου επανέρχεται στο προσκήνιο και η βιομηχανική επανάσταση είναι παρούσα. Νέες μορφές διακίνησης συμπληρώνουν τις παραδοσιακές, ενώ σημειώνονται αλλαγές στις κατευθύνσεις και στα μέσα της κίνησης. Η οικονομία και ο («μεσογειακός» έως τότε) κόσμος, διεθνοποιούνται.Το τέταρτο κεφάλαιο αφιερώνεται στην «εποχή του ατμού» στον επεκτεινόμενο ελλαδικό χώρο (1870-1930). Η εμπορευματοποίηση και οι απαρχές της εκβιομηχάνισης χαρακτηρίζουν την οικονομική εξέλιξη, ενώ η ελληνική ναυτιλία «ανοίγεται» στους ωκεανούς. Η σημαντική εδαφική επέκταση, οι σωρευτικές αλλαγές και η νέα διακίνηση, δημιουργούν μια διαφορετική αστική εικόνα, την ίδια ώρα που ορισμένα από τα βασικά της χαρακτηριστικά παραμένουν ακλόνητα. Μια νέα εποχή στις ελληνικές μεταφορές αρχίζει, η «εποχή του σιδηρόδρομου και του ατμόπλοιου», σε συνδυασμό βέβαια με τις εξελίξεις στο οδικό δίκτυο και την εμφάνιση του αυτοκινήτου στη συνέχεια.Ο επίλογος τέλος, συνοψίζει το περιεχόμενο της έρευνας και επιχειρεί να απαντήσει στα ερωτήματα που έχουν τεθεί.